Κυριακή 22 Μαΐου 2016

Απαντήσεις από… το παρελθόν σε σύγχρονα ερωτήματα των τοπικών κοινωνιών

 
peklari_nitsiakos
 
Ο καθηγητής Λαογραφίας Βασίλης Νιτσιάκος μιλά στα “Χ.Ν.” για το επίκαιρο μοντέλο βιωματικής αειφορίας από το Πεκλάρι της Κόνιτσας

«Η παράδοση δεν είναι ένα απολίθωμα από το παρελθόν ή ένας μηχανισμός συντήρησης αλλά κάτι που μπορεί να μας δώσει νέες ιδέες και να λειτουργήσει ως μηχανισμός ανταρσίας και αντίστασης». Αυτό επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ο καθηγητής κοινωνικής λαογραφίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Βασίλης Νιτσιάκος ο οποίος επέστρεψε στο… παρελθόν για να απαντήσει σε σύγχρονα ερωτήματα.

O λόγος για την ορεινή κοινότητα Πεκλάρι -την οποία μελέτησε- καθώς μέχρι και πριν από λίγα χρόνια, η συγκεκριμένη κοινότητα λειτουργούσε ακολουθώντας ένα μοντέλο “βιωματικής αειφορίας”: αξιοποιούσε τους φυσικούς πόρους χωρίς να τους καταστρέφει, με γνώμονα το συμφέρον της Κοινότητας και αγνοώντας την έννοια της ατομικής ιδιοκτησίας. Ενα μοντέλο που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη σύγχρονη (αυτο)καταστροφική διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος και το κυνήγι του κέρδους που έχουν οδηγήσει στο σημερινό περιβαλλοντικό αδιέξοδο και τη διευρυμένη κοινωνική κρίση. Με αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου “Πεκλάρι – Κοινωνική οικονομία μικρής κλίμακας” (εκδ. “Ισνάφι”) στα Χανιά, τα “Χ.Ν.” μίλησαν με τον Βασίλη Νιτσιάκο για την παρακαταθήκη που άφησε το Πεκλάρι αλλά και τον “μονόδρομο” της αποανάπτυξης…
 
 
Τι το διαφορετικό έχει το Πεκλάρι;

Το Πεκλάρι είναι μια τυπική κοινότητα στα Μαστοροχώρια της Κόνιτσας.
Μια ενότητα χωριών που βρίσκεται στην κοιλάδα του Σαραντάπορου και που έχουν μια ιστορία γεωργοκτηνοτροφίας αλλά από ένα σημείο και έπειτα, λόγω δημογραφικών και οικονομικών αδιεξόδων, ο αντρικός πληθυσμός στράφηκε στις τέχνες, έγιναν μάστορες της πέτρας, μαραγκοί κ.λπ.
Αυτό που εξετάζω στο βιβλίο είναι πώς ιστορικά αυτή η κοινότητα κατάφερε να διαχειριστεί τους φυσικούς της πόρους με έναν τρόπο που ονομάζω βιωματική αειφορία.
Δηλαδή όχι λόγω κάποιας θεωρίας αλλά διαισθανόμενοι τα όρια των φυσικών πόρων, τούς διαχειρίζονταν με έναν συλλογικό τρόπο χωρίς να τους εξαντλούν. Παράλληλα, αυτή η διαδικασία συνδυάζονταν με έναν κοινωνικό εξισωτισμό, δηλαδή όλες οι οικογένειες είχαν την ίδια περίπου περιουσία (10 στρ.), σε διαφορετικά σημεία και με διαφορετικές καλλιέργειες και 10 περίπου ζώα.
Κάθε οικογένεια με βάση τις ανάγκες της μπορούσε να επεκτείνει τα χωράφια της για ένα χρονικό διάστημα -κόβοντας ακόμα και δέντρα- κι όταν εξέλειπαν οι ανάγκες αυτές άφηναν ξανά το κομμάτι να αναδασωθεί. Υπήρχε δηλαδή ένα σύστημα που το λέμε οικοδυναμική με βάση το οποίο ικανοποιούνταν οι ανάγκες των οικογενειών χωρίς όμως να εξαντλούνται οι πόροι.
 
 
Το θέμα της ιδιοκτησίας πώς το χειρίζονταν;
 
Δεν υπήρχε η έννοια της νεοτερικής ατομικής ιδιοκτησίας. Η κοινότητα με κοινούς πόρους και τη βοήθεια ξενιτεμένων, είχε εξαγοράσει όλη την έκταση από τον τσιφλικά που την κατείχε τον 19ο αιώνα και στη συνέχεια έγινε η διανομή των κτημάτων σε ίση βάση. Μιλάμε στην ουσία για νομή και όχι ιδιοκτησία.
 
 
Μέχρι πότε λειτούργησε αυτό το μοντέλο;
 
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’80 όταν αυτά τα χωράφια πέρασαν στο κράτος, αναδασώθηκαν και είναι πλέον δασικές εκτάσεις.
Οι άνθρωποι της περιοχής δεν δηλώνουν τίποτα ως ιδιοκτησία τους πέρα από το σπίτι τους κι ένα κηπάριο που καλλιεργούν λαχανικά.
Σήμερα στην περιοχή συναντάμε μόνο την υλοτομία, ένα συνεταιρισμό που εκμεταλλεύεται το δάσος του χωριού και κάποιες κτηνοτροφικές οικογένειες. Η γεωργία και η μαστορική τέχνη έχουν εκλείψει και το σύστημα που περιγράφουμε δεν λειτουργεί.
 
 
Τι μας διδάσκει ένα τέτοιο σύστημα;
 
Μπορεί να μας διδάξει πως μια κοινωνία που είναι προσανατολισμένη στις αξίες χρήσης και την κάλυψη των βασικών αναγκών με γνώμονα το κοινό καλό -και όχι στις εμπορευματικές αξίες και το κέρδος- μπορεί να διαχειριστεί τους φυσικούς πόρους με τρόπο που δεν τους εξαντλεί. Μας διδάσκει μια συνειδητοποίηση των ορίων που οδηγεί στον σεβασμό προς τη φύση και προς τον άνθρωπο και πώς το άτομο αποκτά υπόσταση μέσα από την κοινότητα κι ως πρόσωπο που βλέπει τον εαυτό του σαν κομμάτι του φυσικού περιβάλλοντος το οποίο χρησιμοποιεί όσο χρειάζεται με δέος και σεβασμό.
Ολα αυτά αντιτίθενται στον σύγχρονο ατομικισμό, όπου το άτομο είναι πάνω από την κοινότητα και θεωρεί τον εαυτό του κατακτητή της φύσης.
 
 
Θα μπορούσε όμως ένα τέτοιο μοντέλο να γενικευθεί και να βρει απήχηση στις σύγχρονες μαζικές κοινωνίες;
 
Αυτές οι κοινότητες άκμασαν στην εποχή της Οθωμανικής κυριαρχίας και άρχισαν να παρακμάζουν με την ενσωμάτωση στο ελληνικό κράτος καθώς επρόκειτο για ένα συγκεντρωτικό κράτος με κεφαλαιοκρατικό προσανατολισμό, που εστίαζε στην αγορά με όρους της αγοράς.
Σήμερα που ζούμε στον μεταβιομηχανικό, χρηματιστηριακό καπιταλισμό δεν ξέρω πώς μπορούν τέτοιες κοινότητες να λειτουργήσουν αλλά θα μπορούσαν να υπάρξουν έστω ως νησίδες και σαν παραδείγματα εναλλακτικών προσεγγίσεων του φυσικού περιβάλλοντος και της διαχείρισης των κοινών πόρων.
Θα μπορούσαν επίσης να αποτελέσουν τη βάση για τη συγκρότηση συνεταιρισμών και κοινοτήτων που θα στρέψουν την πλάτη στον σύγχρονο ανταγωνισμό, τον ατομικισμό και θα διδάξουν έναν άλλο κώδικα αξιών που στο επίκεντρό του θα υπάρχει ο σεβασμός του ανθρώπου και της φύσης.
 
 
Αρκετοί υποστηρίζουν ότι η έννοια της αειφορίας και της αποανάπτυξης αποτελούν πλέον όχι μια επιλογή αλλά μονόδρομο. Το δικό σας σχόλιο;
 
Καιρός είναι να κουβεντιάσουμε για την αποανάπτυξη. Είδαμε τα αρνητικά αποτελέσματα της ανάπτυξης, μιας ποσοτικής, μαζικής διαδικασίας που όχι μόνο καταστρέφει τους φυσικούς πόρους αλλά οδηγεί και σε βαθιές κοινωνικές κρίσεις. Χρειάζεται λοιπόν να ξαναδούμε αυτά τα μοντέλα που συζητάμε, μοντέλα της ιστορίας μας που το μόνο που χρειάζεται για να τα αξιοποιήσουμε είναι να αλλάξουμε τη γνώμη που έχουμε για την παράδοση. Η παράδοση δεν είναι ένα απολίθωμα από το παρελθόν ή ένας μηχανισμός συντήρησης αλλά κάτι που μπορεί να μας δώσει νέες ιδέες και να λειτουργήσει ως μηχανισμός ανταρσίας και αντίστασης.


πηγή: www.haniotika-nea.gr, https://dasarxeio.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου