Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2016

Ο Εθνικός Κήπος της Αθήνας στο πέρασμα των χρόνων

 
National_garden
 
Επιμέλεια: http://dasarxeio.com/
 
Όπως είναι γνωστό τα Ανάκτορα των Αθηνών, η σημερινή Βουλή των Ελλήνων, ανεγέρθηκαν από τον Όθωνα, τον πρώτο βασιλιά του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Το κτήριο θεμελιώθηκε το 1836 βάσει σχεδίων του Βαυαρού αρχιτέκτονα Friedrich von Gärtner. Η επιλογή του συγκεκριμένου σημείου όπου κτίστηκαν τα Ανάκτορα υπήρξε πολύ επιτυχής, διότι προσέφερε έναν ανοικτό περιβάλλοντα χώρο σε υπερυψωμένη θέση, η οποία εξασφάλιζε άριστες οπτικές διασυνδέσεις.
 
Ξενίζει, ωστόσο, το γεγονός ότι ο Gärtner δεν έδειξε ενδιαφέρον να εντάξει τα Ανάκτορα στον πολεοδομικό ιστό τόσο της παλαιάς όσο και της νέας πόλης. Το οικοδόμημα ανεγείρεται σε μία προνομιούχο θέση που γεννά αυθορμήτως τη σκέψη δημιουργίας μιας εκτεταμένης περιοχής πρασίνου, η οποία θα μπορούσε να εκτείνεται από τις κλιτύς του Λυκαβηττού μέχρι τις όχθες του Ιλισσού. Και πράγματι, αργότερα το νότιο τμήμα αυτής της περιοχής θα αποκτήσει ενιαίο χαρακτήρα ζώνης αναψυχής στο κέντρο της πόλης, καθώς θα περιλάβει το Βασιλικό κήπο, τον κήπο του Ζαππείου, το χώρο του Ολυμπιείου και τον αναδασωμένο λόφο του Αρδηττού.Ωστόσο, ο αρχιτέκτονας των Ανακτόρων αγνόησε αυτήν τη δυνατότητα.
 
Η ενασχόλησή του Gärtner με τη διαμόρφωση του τοπίου που επρόκειτο να περιβάλλει τα Ανάκτορα υπήρξε μάλλον συμβατική. Ενδεικτικό είναι ότι σε ένα σχέδιό του ο Gärtner αποτυπώνει σχηματικά την πρότασή του για τη διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου και τη διάταξη του Βασιλικού κήπου. Σε αυτό απουσιάζει εντελώς η απεικόνιση των κυρίων οδών της πρωτεύουσας σε σχέση με τα Ανάκτορα, και της κυριότερης τότε οδού που είχε ήδη διανοιχθεί στην παλαιά πόλη, της οδού Ερμού.

Μελέτη του Friedrich von
Gärtner για τη διαμόρφωση
του χώρου γύρω από το
κτήριο των Ανακτόρων.
Ανατολικά των Ανακτόρων και σε άμεση επαφή με αυτά, ο Gärtner σχεδιάζει ένα μεγάλο ημικύκλιο, διαμέτρου 500 μ. και επιφάνειας 120 στρεμμάτων, ως αυστηρά γεωμετρικό κήπο γαλλικού τύπου. Στις άλλες πλευρές σχεδιάζει υπαινικτικά μικρούς διακοσμητικούς οπωρόκηπους, ενώ δεν προβλέπει ευρύχωρο προαύλιο. Αντ’ αυτού, προτείνεται μία οδός περιπάτου με δενδροστοιχίες, η οποία εφάπτεται μετωπικά στο κτήριο, χωρίς να καταλήγει πουθενά.
 
Στο διάγραμμα του Gärtner εκείνο που εντυπωσιάζει είναι η ψυχρή αυστηρότητα της αξονικής συμμετρίας και το γεγονός ότι δεν λαμβάνεται καθόλου υπόψη η κλίση του εδάφους προς νότο. Ακριβείς προτάσεις για τη διαμόρφωση του κήπου δεν γίνονται. Έτσι, το σκαρίφημα υποβάλλει την ιδέα ότι πρόκειται μάλλον για διακοσμητική πλαισίωση της κάτοψης των Ανακτόρων, παρά για σχεδιαστική έκφραση μιας ιδέας για τη διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου. Ευτυχώς, το αρχικό αυτό σχέδιο –τελείως ξένο προς την ιδέα του πάρκου σε μορφή φυσικού τοπίου, που τόσο ταίριαζε στο φυσικό περιβάλλον της Αθήνας– δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ.

Η πολεοδομική ένταξη των Ανακτόρων στην κάτοψη της πόλης έγινε αργότερα, με βάση το σχέδιο του αρχιτέκτονα και υπολοχαγού Hoch. Το σχέδιό του, το οποίο εκπόνησε επιτόπου, συνιστά μια συγκεκριμένη πολεοδομική πρόταση διευθέτησης του χώρου γύρω από τα Ανάκτορα. Προβλέπει μνημειακή πλατεία, διαστάσεων 215 x 150 μ., μπροστά στη δυτική πρόσοψη των Ανακτόρων. Το ακριβές περίγραμμα του Kήπου απουσιάζει από αυτό το σχέδιο. Το λεγόμενο «σχέδιο Hoch» εγκρίθηκε με το διάταγμα της 22ας Μαΐου/2 Ιουνίου 1837 ως οριστικό σχέδιο διαμόρφωσης της περιοχής δυτικά των Ανακτόρων, και στις κύριες γραμμές του εφαρμόστηκε πιστά. Λίγο αργότερα, σε πρωτόκολλο εργολαβίας του 1839 για την εκσκαφή του πρώτου τμήματος του Βασιλικού κήπου, έχουμε την πρώτη απόπειρα χάραξης κήπου αγγλικού τύπου.
 
Ludwig Lange, Η πηγή της Καλλιρρόης, όπου
διαμορφώθηκε ο Κήπος, 1835.
Η δημιουργία όμως του Βασιλικού κήπου, του πρώτου οργανωμένου μεγάλου παραδείγματος κηποτεχνίας στην Ελλάδα, οφείλεται στη νεαρή σύζυγο του Όθωνα, Αμαλία. Κατά τη διάρκεια της εικοσιπεντάχρονης παραμονής της στην Αθήνα (1837-1862) η δημιουργία του Βασιλικού κήπου έμελλε να γίνει το σημαντικότερο έργο της ζωής της. Μόνη της, με καλαισθησία, θεληματικότητα και πείσμα διηύθυνε προσωπικά τη διαμόρφωση και τη φύτευση του Κήπου, τον οποίο εξακολουθούσε να φροντίζει και να εμπλουτίζει μέχρι την αποχώρησή της από την Ελλάδα.
 
E. W. Rietschel – Fr. Hanfstaengl,
Η βασίλισσα Αμαλία στον κήπο
της, γύρω στο 1855.
Ήδη αμέσως μετά το γάμο της και την εγκατάστασή της στην Ελλάδα η νεαρή βασίλισσα είχε ασχοληθεί με την οργάνωση του κήπου των οικιών Βούρου και Αφθονίδου, που φιλοξενούσαν το βασιλικό ζεύγος. Το μικρό αυτόν κήπο διαμόρφωσε κατά το γαλλικό πρότυπο με αυστηρά γεωμετρικά παρτέρια, ενώ δίπλα του μερίμνησε και για έναν οπωρόκηπο Φρόντισε επίσης και τον κήπο του Μεγάρου Κοντόσταυλου, όπου κατοικούσε ο Όθωνας από την εγκατάστασή του στην Αθήνα και μέχρι το γάμο του. 
 
Με πρωτοβουλία της Αμαλίας για τη διευθέτηση του Βασιλικού κήπου συστήθηκε ειδική επιτροπή. Ο πρόεδρός της καθηγητής Βοτανικής Nikolaus Karl Fraas είχε και την ευθύνη του συντονισμού των εργασιών και της προμήθειας των φυτών. Τη φροντίδα του Κήπου είχε αρχικά ο Βαυαρός γεωπόνος Smarat με βοηθό τον Πρώσο κηπουρό Friedrich Schmidt, ο οποίος και τον διαδέχθηκε. Ο Schmidt παρέμεινε η ψυχή του Κήπου μέχρι το θάνατό του το 1889.
 
Τον αρχικό σχεδιασμό του Βασιλικού κήπου φαίνεται να έκανε –πάντοτε υπό την καθοδήγηση της Αμαλίας– ο Βαυαρός αρχιτέκτονας κήπων Eduard von Riedel το 1848. Αναφέρονται όμως και τα ονόματα του καθηγητή χημείας του Πανεπιστημίου Xaverius Landerer και του Αθηναίου αρχιτέκτονα Παναγή Βρετού-Κάλκου.
 
Ο Βασιλικός κήπος διαμορφώθηκε σύμφωνα με τις αρχές του αγγλικού τύπου του 18ου αιώνα σε ύφος «γραφικό» ή φυσικό. Γέφυρες, παγκάκια, πέργκολες, σπηλιές, μικρά περίπτερα. Ένας ελεύθερα διαμορφωμένος μεσογειακός κήπος, όπου όλα όμως είχαν στην πραγματικότητα προσεκτικά μελετηθεί. Η Αμαλία στάθηκε τυχερή καθώς μπόρεσε να συμπεριλάβει στον Κήπο σπαράγματα από αρχαία αγάλματα και κτίσματα, που βρέθηκαν κατά τις εκσκαφές του χώρου. Παραστάτες στο έργο της είχε η Αμαλία τον αυλάρχη Σκαρλάτο Σούτσο και τον ποιητή Θεόδωρο Ορφανίδη.
 
Το ρωμαϊκό ψηφιδωτό που βρέθηκε στο χώρο του Κήπου.
Πάνω από αυτό η βασίλισσα Αμαλία διαμόρφωσε μεταλλικό
κιόσκι για τα καλοκαιρινά επίσημα γεύματά της.
Το 1847 τα αρχικά όρια του Κήπου διευρύνθηκαν. Τότε ανατίθεται η διαμόρφωση του στο Γάλλο κηποτέχνη François Louis Bareaud, ο οποίος σχεδίασε το δίκτυο των δρομίσκων του και καθόρισε τη μορφή και τη θέση των διακοσμητικών στοιχείων, των μικρών κτισμάτων, των υδάτινων επιφανειών και των περίφρακτων χώρων του. Το σχέδιο του Κήπου, όπως το φιλοτέχνησε ο Bareaud, σώζεται στο Μόναχο (στο μουσείο της κοινότητας του Ottobrunn). Πρόκειται για ένα σπανίας ιστορικής αξίας τεκμήριο, μια έγχρωμη λιθογραφία με τίτλο Plan du jardin Royal à Athènes σε κλίμακα 1:1000 και με πλήρη υπομνηματισμό όλων των επί μέρους στοιχείων.

Ελάχιστες είναι οι αλλαγές που έχει υποστεί μέχρι σήμερα ο Κήπος σε σύγκριση με την αρχική του μορφή, όπως αυτή απεικονίζεται στο σχέδιο. Έτσι, απουσιάζουν από το σχέδιο αυτό το παρτέρι με το ηλιακό ρολόι, η δενδροστοιχία με τις ουασιγκτώνιες (φοίνικες) της δυτικής εισόδου, η μεγάλη πέργκολα με τις γλυσίνες, η βόρεια και η ανατολική είσοδος, που προστέθηκαν αργότερα, και ο περίφρακτος χώρος των ζώων στα ανατολικά της μεγάλης λίμνης. Αντίστοιχα, κάποια άλλα στοιχεία, όπως ο μεγάλος λαβύρινθος –που ίσως και να μην δημιουργήθηκε ποτέ–, δεν υπάρχουν σήμερα.
 
Σχέδιο του Βασιλικού κήπου, όπου αποτυπώνονται
όλα τα μορφολογικά του χαρακτηριστικά: χάραξη
δρόμων, μικροαρχιτεκτονική, λιμνούλες, πέργκολες,
φυτά. Αποδίδεται στο François-Louis Bareaud.
Αρχικά, ο Βασιλικός κήπος ήταν κλειστός για το κοινό. Το 1854 αποφασίστηκε να ανοίγει ορισμένες ώρες για το λαό. Το ίδιο περίπου καθεστώς συνέχισε να ισχύει και επί Γεωργίου Α ́. Στις αρχές του 20ού αιώνα ο Κήπος ήταν ανοικτός Τετάρτη και Παρασκευή 4-6 μ.μ. το καλοκαίρι και 3-5 μ.μ. το χειμώνα. Ορισμένες μόνο γνωστές αθηναϊκές οικογένειες είχαν το προνόμιο να διαθέτουν κάρτες εισόδου τις οποίες προμήθευε το Αυλαρχείο. Από το 1917, μετά την παραίτηση του Κωνσταντίνου Α ́, ο Κήπος εκ των πραγμάτων γίνεται «Εθνικός» –ονομασία που θα διατηρήσει έως σήμερα.

Εν τω μεταξύ τα βασιλικά ανάκτορα έχουν μεταφερθεί στα Ανάκτορα του Διαδόχου, στην οδό Ηρώδου του Αττικού (σημερινό Προεδρικό Μέγαρο).Το 1923 ο Κήπος χαρακτηρίστηκε κρατικός και παρέμενε ανοικτός για το κοινό καθημερινά από την ανατολή μέχρι τη δύση του ηλίου. Χωρίς να αλλοιώνεται ο ρομαντικός χαρακτήρας του αγγλικού κήπου και το πνεύμα της αρχικής σύλληψης των δημιουργών του, τοποθετήθηκαν πολλά παγκάκια και σιδερένια καθίσματα, διανοίχθηκαν καινούριες είσοδοι, διαπλατύνθηκαν και διευθετήθηκαν τα μονοπάτια του, προκειμένου να μπορεί να φιλοξενηθεί μεγάλος αριθμός επισκεπτών. Πράγματι, από τότε και μέχρι σήμερα, ο Εθνικός κήπος αποτελεί τον αγαπημένο περίπατο των Αθηναίων.
 
Η πριγκίπισσα της Ουαλίας στην Αθήνα: το παλάτι
και οι κήποι, η Ακρόπολη σε απόσταση, 1877.
Στο πέρασμα του χρόνου, στον Κήπο τοποθετήθηκε μια σειρά από μαρμάρινες προτομές με πρώτες αυτές του Ιωάννη Καποδίστρια (1866) και του Ελβετού φιλέλληνα Ιωάννη-Γαβριήλ Εϋνάρδου (1866), έργα του γλύπτη Ιωάννη Κόσσου. Ακολούθησαν οι προτομές του Σπυρίδωνα-Φιλίσκου Σαμάρα (1920), έργο του γλύπτη Μιχαήλ Τόμπρου, του Διονύσιου Σολωμού (1925), έργο του Θωμά Θωμόπουλου, και του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη (1926), έργο του Φωκίωνα Ρωκ. Το 1963 προστέθηκε μία ακόμα, ορειχάλκινη αυτή τη φορά, προτομή του ποιητή Jean Moréas (Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλου), έργο του Emile-Antoine Bourdelle.

Μέλη της οικογένειας Δραγούμη στον Κήπο, 1891.
Στη δεκαετία του 1950, για ένα μικρό διάστημα, λειτούργησε μέσα στον Κήπο και υπαίθριο θέατρο. Το 1984, σε μια γενικότερη προσπάθεια αναμόρφωσης του Κήπου, λειτούργησαν Βοτανικό Μουσείο μέσα στο μικρό, κομψό, διώροφο κτήριο, που είχε χτίσει ο Ερνέστος Τσίλλερ για το βασιλιά Γεώργιο. Παιδική Βιβλιοθήκη, με δύο αναγνωστήρια και αίθουσα παραμυθιού, στο «ελβετικό» περίπτερο της Αμαλίας. και ένα μικρό καφενείο στην οδό Ηρώδου του Αττικού, δίπλα στο στρατώνα των Ευζώνων της Προεδρικής Φρουράς, που γρήγορα έγινε αγαπημένο στέκι των Αθηναίων. Κατά τη διάρκεια της κατασκευής του Μετρό ήρθαν στο φως στην περιοχή του Κήπου ένα νεκροταφείο ελληνιστικών και πρώιμων ρωμαϊκών χρόνων, τμήμα του υδραγωγείου του Πεισιστράτου και ένα μεγάλο συγκρότημα ρωμαϊκών λουτρών. Ένα ακόμα λουτρό ήρθε στο φως κατά μήκος της λεωφόρου Βασιλίσσης Αμαλίας.
 
Παιχνίδια στον Κήπο, 1955.
Σήμερα ο Εθνικός κήπος έχει γύρω στα 7.000 δέντρα, 40.000 θάμνους και άλλα μικρότερα φυτά απ’ όλο τον κόσμο και αποτελεί κατ’ ουσίαν και έναν ιδιαίτερα πλούσιο, ιστορικό, βοτανικό κήπο. Επτά είσοδοι οδηγούν σε αυτόν: μία από τη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας, τρεις από την οδό Ηρώδου του Αττικού, δύο από το Ζάππειο και μία από τη λεωφόρο Βασιλίσσης Αμαλίας. Την παράδοση του γέρου κηπουρού Schmidt, που ταυτίστηκε με τον Κήπο, συνέχισε μια πλειάδα διευθυντών: Πέτρος Πάτσης (1887-1895), Σουκ (1895-1896), Ιωάννης Πάτσης (1897-;), Φρειδερίκος Καιζοκέφαλος (1923-1924),Αδριανός Κοσμάς (1924-1926), Ηρακλής Παπαθεοδώρου (1926-1945), Νικόλαος Ταμβάκης (1955-1985) και άλλοι.

Από το 1997 ο Κήπος περνά στην αρμοδιότητα της Περιφέρειας Αττικής. Το 2004 παραχωρείται για 90 χρόνια στο Δήμο Αθηναίων και ένα χρόνο αργότερα συγκροτείται ειδικό νομικό πρόσωπο με την ονομασία Δήμος Αθηναίων – Εθνικός Κήπος, αρμόδιο για τη διαχείρισή του.

Σημερινή άποψη του Εθνικού Κήπου
Ο κήπος της Αμαλίας, ο Βασιλικός και αργότερα Εθνικός κήπος, παραμένει ακόμη και σήμερα ένας από τους ωραιότερους κήπους, όχι μόνο της Αθήνας, αλλά και ολόκληρης της Ευρώπης. Αγαπημένος τόπος διασκέδασης και παιχνιδιού των παιδιών προσελκύει πάντοτε στα σκιερά δρομάκια του μεγάλο αριθμό επισκεπτών. Φυσικά ένας τέτοιος κήπος απαιτεί συνεχή και αδιάκοπη φροντίδα. Στόχος της πολιτείας πρέπει να είναι η συντήρηση, διατήρηση και αποκατάστασή του, με σεβασμό στο αρχικό σχέδιο και την παράδοση.
 
Μάρω Αδάμη-Καρδαμίτση, Αλέξανδρος Παπαγεωργίου-Βενετάς

Άποψη του Κήπου, στο βάθος διακρίνονται
τα Ανάκτορα, δεκαετία 1910.
Άποψη του Κήπου.
«Δύο η ώρα το απόγευμα. Κάτω από ένα πράο ήλιο, η πόλις θαρρείς πως είνε απλωμένη για να στεγνώση από τις τελευταίες βροχές. Στον γαλάζιο ουρανό, κανένα προμήνυμα κακοκαιριάς. Ο κόσμος έχει ξεχυθή για ν’ απολαύση την αγαθή λιακάδα: (…) αστικές οικογένειες έχουν βγη σε περίπατο. Τα καταστήματα είνε κλειστά. Είνε μια ώρα ειρήνης, μια ώρα που οι χειμωνιάτικοι δημόσιοι κήποι, ο Εθνικός, το Ζάππειο – συγκεντρώνουν τον τακτικό τους κόσμο. Ο κόσμος των κήπων…»
Ελεύθερο Βήμα, 23/12/1928



πηγή: Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων – Στης Βουλής τα Πέριξ, Το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη και ο Εθνικός Κήπος
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου